Ο Αναστάσιος Μπούτης εργάζεται ως Παθολόγος Ογκολόγος στο Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης «Θεαγένειο» και είναι Διευθυντής της Γ' Παθολογικής Ογκολογικής Κλινικής και Επιστημονικός Υπεύθυνος της Μονάδας Ημερήσιας Νοσηλείας «Ν. Κούρκουλος». Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του ΑΠΘ, μετεκπαιδεύτηκε στη Γερμανία με υποτροφία της DAAD και εξειδικεύτηκε στην Ογκολογία στα νοσοκομεία ΑΧΕΠΑ και Θεαγένειο. Επιστημονικά, εστιάζει στον καρκίνο του μαστού, τον καρκίνο του πνεύμονα, το μελάνωμα και την υποστηρικτική φροντίδα.
Από το 2017 είναι εκλεγμένο μέλος του ΔΣ της ΕΟΠΕ, με ενεργή συμμετοχή σε κρίσιμα πεδία στρατηγικής, πολιτικής υγείας και εκπαίδευσης. Έχει υπηρετήσει ως Γενικός Γραμματέας και είναι σήμερα Ταμίας του ΔΣ της ΕΟΠΕ. Διετέλεσε Διευθυντής Σπουδών στον 7ο και 8ο Κύκλο της ΕΑΚΟ, συμβάλλοντας στη διεύρυνση του αντικτύπου της εκπαίδευσης των νέων ογκολόγων στην Ελλάδα. Σε αυτό το πλαίσιο, διαδραμάτισε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην αναβάθμιση της Ελληνικής Ακαδημίας Ογκολογίας (ΕΑΚΟ) μέσα από τη συνεργασία της ΕΟΠΕ με το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, εντάσσοντάς την σε Πρόγραμμα Βραχείας Μετεκπαίδευσης το οποίο ονομάζεται «Εκπαίδευση στην Ογκολογία – Ελληνική Ακαδημία Ογκολογίας (ΕΑΚΟ)» και οδηγεί σε Πιστοποιητικό Εξειδικευμένης Επιμόρφωσης του Κέντρου Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου.
Η συνέντευξή του σκιαγραφεί την εμπειρία μιας νέας γενιάς ηγεσίας στην ΕΟΠΕ, με βαθιά αίσθηση ευθύνης απέναντι στη συλλογική πορεία της Εταιρείας, από τις βάσεις του παρελθόντος έως το όραμα του μέλλοντος της Ογκολογίας στην Ελλάδα.
Ο ίδιος αναγνωρίζει ως κομβική την εκπαιδευτική διάσταση του έργου της ΕΟΠΕ, την οποία χαρακτηρίζει ως «σημαντικότερη» πτυχή του ρόλου της. Η συμβολή του στην αναβάθμιση της ΕΑΚΟ, αλλά και στις διοικητικές μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την καθημερινότητα των Ογκολόγων και την πρόσβασή τους σε σύγχρονα εργαλεία και πόρους, υπογραμμίζει τη σύνδεση της Εταιρείας με τις πραγματικές ανάγκες των μελών της.
Ξεχωριστή αναφορά κάνει στην περίοδο της Πανδημίας Covid-19, χαρακτηρίζοντάς την ως μία από τις πιο έντονες και καθοριστικές φάσεις της κοινής πορείας: «Εκεί αφήσαμε το στίγμα μας, σταθήκαμε δίπλα στους ασθενείς, στην Πολιτεία, στους Θεσμούς». Η ενεργή συμμετοχή της ΕΟΠΕ στην οργάνωση της απάντησης της ογκολογικής κοινότητας, τόσο στην κρίση όσο και στον εμβολιασμό, αποτέλεσε για εκείνον πεδίο τιμής και μεγάλης προσπάθειας, όταν ο ίδιος συνέβαλε καθοριστικά στη διαμόρφωση των πρώτων επίσημων οδηγιών της ΕΟΠΕ για την αντιμετώπιση ασθενών με κακοήθειες κατά την πανδημία.
Σε επίπεδο στρατηγικής, θεωρεί κορυφαίο επίτευγμα της τελευταίας περιόδου την καθιέρωση της ΕΟΠΕ ως αξιόπιστου θεσμικού συνομιλητή της Πολιτείας. Χαρακτηρίζει την πρόοδο αυτή ως «πρωτόγνωρη» και αναγνωρίζει ότι βασίστηκε στη μακροχρόνια προσπάθεια που κατέστησε την Εταιρεία φορέα τεκμηρίωσης, εμπιστοσύνης και σταθερότητας.
Στα επιτεύγματα που ξεχωρίζει, ο Αναστάσιος Μπούτης περιλαμβάνει την ένταξη των Θεραπευτικών Πρωτοκόλλων της ΕΟΠΕ στην ηλεκτρονική συνταγογράφηση, την καθιέρωση του Ηλεκτρονικού Φακέλου Ογκολογικού Ασθενούς, τις στοχευμένες διεκδικήσεις για τη διασφάλιση της πρόσβασης στους βιοδείκτες, τη βελτίωση του συστήματος ελέγχου και αποζημίωσης των ελεγκτών, καθώς και τη συνολική πρόοδο στον ψηφιακό μετασχηματισμό της ογκολογικής περίθαλψης στη χώρα.
Για το μέλλον, θέτει ως βασικές προτεραιότητες την ολοκλήρωση της ψηφιοποίησης, τη διεύρυνση της εκπαιδευτικής παρέμβασης και την ενίσχυση των διεθνών συνεργασιών, με την ESMO και, πλέον, με την ASCO, σε ένα νέο επίπεδο που ξεπερνά τα όρια της Ελλάδας. Η αναγνώριση από την ASCO και η κοινή δράση σε σεμινάρια και προγράμματα αποτελεί για εκείνον απόδειξη της δυναμικής και της εξωστρέφειας της ΕΟΠΕ.
Απευθυνόμενος στους νέους Ογκολόγους, ο Αναστάσιος Μπούτης μιλά για τη σημασία της προσήλωσης, της συνέπειας και της ουσιαστικής αναζήτησης στο ευρύ πεδίο της Ογκολογίας. «Όπως τα ακατέργαστα διαμάντια», σημειώνει, «οι νέοι γιατροί οφείλουν να ανακαλύψουν το μονοπάτι που τους εμπνέει, είτε πρόκειται για την έρευνα, είτε για την κλινική, είτε για την οργάνωση της φροντίδας».
Για τον ίδιο, η ΕΟΠΕ δεν είναι απλώς ένας επιστημονικός φορέας, αλλά μια εμπειρία βαθιά προσωπική και πολυδιάστατη. Όπως ομολογεί με συγκίνηση: «Η ΕΟΠΕ αποτέλεσε για μένα μια εξαιρετικά δημιουργική διέξοδο. Μια περιήγηση μεταξύ διοίκησης, πολιτικής, κοινωνίας και ιατρικής. Το κάτι παραπάνω από την κλινική πράξη».
Κλείνοντας, ευχαριστεί θερμά όλους τους συναδέλφους από το 2017 και μετά, τους Προέδρους και τα μέλη των ΔΣ, καθώς και τη διοικητική ομάδα, με ιδιαίτερη αναφορά στην πολυετή συμβολή του στελεχιακού δυναμικού, τονίζοντας την πολύτιμη συνέχεια, την προσήλωση και τη συλλογική προσπάθεια που κρατούν ζωντανή την πορεία της ΕΟΠΕ.